Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Σημασία δεν έχει ποιος είναι ο νικητής, αλλά ότι σ'αγαπάω.


Ξέρεις φιλαράκο, φοβάμαι. Φοβάμαι πολύ για σένα-και για μένα αλλά αυτό ντρέπομαι να στο εκμυστηρευτώ ακόμα. Να ξέρεις...είναι που είσαι τόσο...κοντά σε όλα όσα οι άλλοι πασχίζουν να φτάσουν. Είναι που έχεις ένα ζεστό κρεβάτι να σε περιμένει...μια καρδιά να χτυπάει για σένα. Ποτέ μου δεν ένιωσα έτσι, φιλαράκο. Ποτέ μου δε το κατάλαβα αυτό. Ακόμα και αν το είχα. Ίσως, μπορεί, κάποια στιγμή.
Γι' αυτό και ξέρω. Ξέρω πως είναι να ζεις με την απουσία αυτού φιλαράκο. Νομίζεις ότι είναι ένα άπιαστο όνειρο. Και μόλις το πιάνεις-νόμιζεις ότι το πιασες-τότε χαίρεσαι ο τρελός που κάτι κατάφερες. Είναι εκεί για σένα, όχι μόνο εκείνη. Είναι εκεί όλοι τους, για σένα, για σένα και μόνο. Είναι η ζωή σου, οι φίλοι σου, η παρέα σου, τα άτομα που σε στηρίζουν και σου δίνουν δύναμη.
Και εσύ αρχίζεις να τονώνεις τον ξεπεσμένο σου ανδρισμό, τον ξεπεσμένο εγωισμό σου και σιγά, σιγά τους θεωρείς δεδομένους. Τους παραμελείς και τότε χάνονται φεύγουν από δίπλα σου. Εσύ, όμως, είσαι τόσο μύωπας που ακόμα χαίρεσαι παραδομένος στην στιγμιαία έξαρση που έχει συνεπάρει το μυαλό σου. Χαίρεσαι γιατί έχεις ακόμα τη γεύση του ενθουσιασμού. Εκείνη τη γλυκιά αίσθηση αδρεναλίνης, εκείνο το μειλίχιο συναίσθημα του εγωισμού που σε έκανε να νιώσεις πως ήσουν ο νικητής της παρτίδας, ανώτερος όλων.
Όμως, πες μου στ αλήθεια φιλαράκο...μπορεί να υπάρξει ουρανός χωρίς αστέρια; Μπορεί ο ουρανός να νιώσει λαμπερός χωρίς το φεγγάρι του; Ξέρω θα μου πεις πως ο ουρανός είναι ένα ατέλειωτο σεντόνι και το φεγγάρι μια κουκκίδα πάνω του. Τα αστέρια, ακόμα πιο μικρές κουκίδες. Όμως, για δες...ποιος πάει να χαζέψει τον μουντό ουρανό; Ποιος αγναντεύει τον ουρανό όταν δεν έχει πανσέληνο; Ή μήπως αστέρια;
Όλοι εκείνοι οι ποιητές φιλαράκο, οι ήρωες των μικρών παραμυθιών μου-ναι εκείνα που κοροιδεύεις, πες με αιθεροβάμων, δε θα με πειράξει- κάθισαν και κοίταζαν ώρες κείνο το μαύρο σεντόνι. Μα δεν έβρισκαν πουθενά την άκρη χωρίς εκείνο το άστρο πάνω απ τα κεφάλια τους. Ξέρεις, εκείνη τη σπίθα που λυσομανούσε να τους οδηγήσει κάπου. Εκείνο το λαμπερό φως που ζέσταινε για λίγο τις καρδιές τους. Ναι φιλαράκο ήταν τα στολίδια του ουρανού που τον έκαναν μοναδικό. Ήταν όλα εκείνα τα μικρά λαμπιόνια που του χάριζαν λίγη από τη λάμψη τους.
Και εσύ φιλαράκο τα διώχνεις. Έχεις τόσο χαρεί που έμειναν για λίγο κοντά σου που θες άλλα. Όμως να ξέρεις φιλαράκο πως ποτέ καμία νίκη δεν κράτησε τόσο όσο εκείνα τα αστέρια που σε συντρόφευαν για έτη φωτός. Κανένας παροξυσμός δεν στάθηκε αρκετός για να γεμίσει τα κενά σου. Γιατί ξέρεις...σε έναν ουρανό δεν υπάρχουν νικητές και χαμένοι. Υπάρχουν εκείνοι που επιλέγουν να θυσιάσουν για σένα λίγη από τη λάμψη τους, άνθρωποι που είναι απλές κουκκίδες σε ένα μαύρο σεντόνι, όμως όλες μαζί δημιουργούν έναν γαλαξία. Έναν γαλαξία χωρίς τον οποίο θα ήσουν απλά ένα μαύρο φόντο, μια σκηνή χωρίς αυλαία, ένας Δον Κιχώτης χωρίς τ' άλογό του.
Τι σου λέω και εσένα φιλαράκο και σε σκοτίζω; Κάτσε φάε τα σάντουιτς από το γωνιακό φαστ φουντ. Χάσου για ώρες μέσα στους λαβυρίνθους του παιχνιδιού σου. Και έλα μετά. Έλα να ξεράσεις πάνω μου τον ανδρισμό σου για να πάρεις μια σταγόνα επιβεβαίωση, όλη εκείνη τη σαπίλα που μου περισσεύει για να νιώσεις ανώτερος μου. Όλο εκείνο το κενό της επιβεβαίωσης που έμεινε ανολοκλήρωτο από την κραυγαλέα σου νίκη ενάντια στα φανταστικά τέρατα. Ξέρεις... Δεν απέχουμε πολύ. Και εγώ έχω φανταστικά τέρατα, φιλαράκο.
Θεοί, δαίμονες, νεράιδες...έρχονται και με βασανίζουν. Παγιδεύουν το μυαλό μου στα δυο μεγάλα μάτια τους και με τρομάζουν. Προσπαθούν κάτι να πουν μα δε τους ακούω. Και τότε νιώθω μόνος. Φοβισμένος. Και εσύ δεν είσαι εκεί να με σώσεις. Μα ξέρεις κάτι; 
Ίσως τώρα να έχω ανάγκη τη βοήθειά σου γιατί ακόμα είμαι μικρός. Άμα μεγαλώσω όμως να ξέρεις, φιλαράκο. Εγώ θα σε βοηθάω. Γιατί σημασία δεν έχει ποιος είναι ο νικητής, αλλά ότι σ'αγαπάω.

                 If I go crazy then will you still, call me Superman 
If I'm alive and well, will you be, there holding my hand 
I'll keep you by my side with, my superhuman might 
                              Kryptonite 


Σχόλια

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Φωτιά στα ανεκπλήρωτα πάθη.

Το πρωί με πήρε εκείνη τηλέφωνο. Δε ξέρω τι σκατά θέλει από τη ζωή μου πλέον. Ήταν ξεκάθαρη. Ή μήπως όχι; Απρόβλεπτο; Το δίχως άλλο. Δε το περίμενα. Σάστισα. Τα ωραιότερα πράγματα στη ζωή λένε πως έρχονται κατ' αυτό τον τρόπο. Απρόσμενα, αιφνιδιαστικά. Με τέτοιο τρόπο που ακόμα και αν δεν είναι τα ωραιότερα, ο τρόπος και μόνο τα κάνει να φαντάζουν. Μάλλον, αυτό το τελευταίο ισχύει με μένα. Ίσως και όχι; Τη θέλω; Είμαι γοητευμένος. Άλλωστε, ποιος άντρας στην όψη μιας τέτοιας γυναίκας -όσο δυναμικός και να είναι- μπορεί να αντισταθεί; Αναμφίβολα, δε περνά απαρατήρητη. Θαρρείς πως θα μπορούσα να τη σκεφτώ, ή και θα μπορούσα να το έχω ήδη κάνει. Θα μπορούσα ίσως και να την ερωτευτώ. Και δεν είναι τόσο η εμφάνιση της, είναι που όλα θέλει να τα ελέγχει. Είναι αυτή της η επιρροή που εντελώς μυστηριακά καταφέρνει και ασκεί πάνω μου. Έτσι όπως τα γράφω, νιώθω μια αηδία να με συνεπαίρνει και την ανάγκη να καθαρίσω τα σωθικά μου από τούτη την ιδέα που τα χει μπολιάσει. Να κάνω γαργάρα τ

Σ'αγαπώ για αυτά που δε ξέρεις πως είσαι.

Ώρες και ώρες βασάνιζα τον εαυτό μου με τη σκέψη σου. Προσπαθούσα να καταλάβω τι θες επιτέλους. Τι γυρεύεις από τη ζωή μου. Λες και με ένοιαζε. Θαρρείς και ήταν μία ακόμα από εκείνες τις ιστορίες που είχα να λέω, να σκέφτομαι και να αναμοχλεύω, σαν μια τάχα ακόμα εμπειρία, από εκείνες που αφήνουν ανεξίτηλα σημάδια ή και όχι, σαν μια ακόμα αυταπάτη ή ψευδαίσθηση που δημιούργησε τάχα κάποιο βράδυ μία σταγόνα αλκοόλ. Ακόμα και τώρα δε μπορώ αλήθεια να καταλάβω αν πράγματι συνέβη ή αν το φαντάστηκα, αν τάχα το επινόησα με την παιδιάστικη φαντασία μου, αν μοιραστήκαμε το ίδιο όνειρο κάποιο από όλα τα βράδια που κοιτούσαμε το ίδιο φεγγάρι, τον ίδιο ουρανό. Τι σημασία έχει άλλωστε;  Ξέρεις, δε σου κρύβω πως βαθιά μέσα μου φοβάμαι. Φοβάμαι τα συναισθήματά μου. Αν τάχα σε θέλω, αν τάχα σε νοιάζομαι. Φοβάμαι να στο πω. Φοβάμαι μη και νιώθεις έτσι. Φοβάμαι όλα αυτά τα ανείπωτα, τα οποία έχουμε πει τόσες και τόσες φορές. Εκείνα που δε χρειάστηκε ή που χρειάστηκε να πούμε. Και τη συμβατική ζωή

Σιωπές.

Ένιωθε τόσο μόνος εκείνο το μουντό φθινοπωρινό πρωινό. Ξαπλωμένος για ώρες κοίταζε έξω από το παράθυρο και σκεφτόταν. Ανούσιες σκέψεις που αφαιρούσαν κάθε νόημα από το να σηκωθεί από το κρεβάτι. Σκέψεις που του μαύριζαν τη μέρα. Ίσως για να ταιριάζει κάπως με τα χρώματα του ουρανού. Είχε πια μεσημεριάσει για τα καλά, μα ο ουρανός παρέμενε γκρίζος. Το στομάχι του πεινούσε κάπως, μα η αυτότροφη μιζέρια αυτού του πρωινού, δε τον άφηνε να το σκεφτεί. Είχε ήδη χορτάσει υποσχέσεις. Είχε ήδη χορτάσει από λόγια.  Όλες τους πάντα κάτι υπόσχονταν. Μια ιδανική σχέση, μια ονειρική αγάπη, ένα ανεξέλεγκτο πάθος. Όλες τους τον έκαναν να νιώθει μοναδικός-για λίγο. Κι ύστερα όλες τους έμεναν μετεξεταστέες στις πράξεις.  Τι τα θες; Όλοι του το έλεγαν. Μην ακούς τις γυναίκες, απλά κοίταζε τες, αν θες να τις καταλάβεις. Κι ο Όσκαρ του το χε εμπιστευτεί πιο παλιά αυτό το μυστικό. Λες και ήταν μυστικό ζωής, του το χε ψιθυρίσει στ' αυτί συντροφιά με κάποιο πολύτιμο ουίσκι, το οποίο είχαν μοι