Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Ιδανικά και ανάξιοι πολιτικοί.

Ψάχνοντας μερικές σκόρπιες λέξεις για να μπορέσω να δικαιολογήσω τα "πιστεύω" κάποιων αγαπημένων μου ατόμων, τα οποία αντικρούονταν με την κοινή γνώμη, χάθηκα μέσα σε σκέψεις. Τι είναι άραγε η πολιτική; Και είναι όντως μια αρνητικά φορτισμένη λέξη όπως όλοι μας νομίζουμε; "Ο λαός έχει πια αγανακτήσει με την πολιτική κατάσταση της χώρας" , ακούμε να λέγεται καθημερινά. Όμως τι εννοούμε όταν το λέμε αυτό; Κατακρίνουμε πρόσωπα ή ιδεολογίες;
Ανίκανοι πολιτικοί με το κληρονομικό χάρισμα ανεβαίνουν στην εξουσία με τάχα ιδεολογίες. Παίρνοντας το χρίσμα ενός κόμματος προσπαθούν να επιβληθούν σαν προσωπικότητες με αποτέλεσμα να λειτουργούν ατομιστικά. Κοιτάζουν το προσωπικό τους συμφέρον, αδιαφορώντας για το κοινό καλό και στη συνέχεια αλληλοκατηγορούνται για να δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα. Λίγο πολύ αυτή είναι η κατάσταση της χώρας. Ωστόσο, φταίει η ιδεολογία που τα άτομα τα οποία θεωρητικά την εκπροσωπούν δεν μπορούν να την εφαρμόσουν ή ακόμα καλύτερα που δεν προσπαθούν καν;
Οι άνθρωποι τείνουμε να κακοχαρακτηρίζουμε ένα κόμμα με βάση αυτά που κάνουν τα πρόσωπα που θεωρητικά το εκπροσωπούν, χωρίς φυσικά να ξέρουμε την ιδεολογία των κομμάτων. Ίσως στις μέρες μας να είναι κάπως ουτοπικό το να αναφέρω τη λέξη ιδεολογία. Όμως ίσως και αυτό να είναι το βασικό λάθος των ανθρώπων. Ότι επαναπαυόμαστε στην άγνοιά μας και δεν κυνηγάμε πλέον όνειρα και ιδέες αλλά χρήματα. Και όταν ένας ολόκληρος λαός είναι έτσι είναι επόμενο και ο εκάστοτε εξουσιαστής να είναι ανάλογος.
Όταν όλοι στην Ελλάδα έχουμε πάρει δάνεια σκεπτόμενοι πως "λεφτά υπάρχουν" πώς μπορούμε να κατακρίνουμε κάποιον που σκέφτεται ακριβώς όπως εμείς αλλά σε συλλογικό επίπεδο; Δεν υποστηρίζω κάποιον πολιτικό ρήτορα με το συγκεκριμένο παράδειγμα. Απλά ο συγκεκριμένος παραλληλισμός με έκανε να σκεφτώ πως οι Έλληνες, δυστυχώς, ξέρουμε τι δεν πρέπει να κάνουν οι άλλοι όμως ποτέ δεν σκεφτόμαστε ποια είναι όλα εκείνα που δεν πρέπει να κάνουμε εμείς, καθώς επίσης και η ευθύνη που έχουμε για τις πράξεις των άλλων, των εξουσιαστών. Όπως είχε πει κ ο Λεό Τολστόι "Όλοι μας σκεφτόμαστε να αλλάξουμε τον κόσμο αλλά κανένας δεν σκέφτεται να αλλάξει τον εαυτό του". Αυτή η φράση μου δίνει την αφόρμηση να μιλήσω για την ενημέρωση, τη γνώση, αυτά που κατά τη γνώμη μου λείπουν από το λαό. Αν ξέραμε τι μας γίνεται, θα ξέραμε και τι ζητάμε. Αν ξέραμε το πρόβλημα, θα βρίσκαμε και τη λύση. Όμως όχι. Εμείς δεν έχουμε πρόβλημα. Όχι, οι άλλοι φταίνε για όλα. Εμείς έχουμε τις δουλίτσες μας, τις οικογένειές μας, τα δάνειά μας, νοικοκυραίοι άνθρωποι. Δεν κλέψαμε εμείς τη χώρα. Το γεγονός βέβαια ότι αυτοί που την έκλεψαν εκλέχθηκαν με τη δική μας ψήφο δε μας περνάει καν σαν σκέψη. Όχι επειδή είμαστε χαζοί. Όχι. Κανένας άνθρωπος δεν είναι χαζός. Απλά κουράζουμε τα μικρά στενά κεφάλια μας και μόνο στη σκέψη ότι η ευθύνη είναι δική μας. Έτσι επιλέγουμε να εθελοτυφλήσουμε και να τοποθετήσουμε παρωπίδες κατηγορώντας τον πρώτο που θα υποδείξει το πλήθος ως ένοχο.
Και ίσως πράγματι, αυτός να είναι ένοχος για κάτι. Και ναι πρέπει να τιμωρηθεί. Ωστόσο, ποιος μπορεί να σου εγγυηθεί ότι ο επόμενος δεν θα είναι ακριβώς ίδιος; Και κυρίως με τι κριτήρια θα μπορέσεις να τον κρίνεις αν στερείσαι γνώσεων και αν και εσύ όπως και εκείνος τοποθετείς στην ιεραρχία των αξιών σου πρώτο το συμφέρον; (Πρώτα από όλα αν σκέφτεσαι έτσι, όχι δεν έχεις δικαίωμα να τον κρίνεις, απλά κοίτα τον καθρέφτη σου και βρίσε.)
Κακά τα ψέματα οι διορισμοί στο ελληνικό δημόσιο είχαν μια πρωτοφανή άνθηση τα τελευταία χρόνια. Είδαμε αμόρφωτους να μας τρώνε θέσεις, είδαμε τους ίδιους αμόρφωτους να καυχιούνται που διορίστηκαν χωρίς να το αξίζουν και να γελάνε κατάφωρα μπροστά στα έκπληκτα μάτια μας. Και μάθαμε να λειτουργούμε και εμείς έτσι. Αντί να πάμε κόντρα στο σύστημα συντελέσαμε στο να γίνει λίγο ακόμα πιο σάπιο. Μας βόλευε βλέπετε που δεν αγωνιζόμασταν για τίποτα.
Ωστόσο, η πάροδος του χρόνου έδειξε ότι τα Πανεπιστήμια σουβλακοτυλιχτικής που έχτιζαν οι εκάστοτε Υπουργοί στα χωριά τους απλά και μόνο για να απασχολήσουν τους ψηφοφόρους τους δεν μπορούν να καλυφθούν από τον κρατικό προϋπολογισμό. Όσο και αν αυξάνονται οι θέσεις εργασίας ο κρατικός προϋπολογισμός μένει ίδιος και ανίκανος να σηκώσει το βάρος του 40% των Ελλήνων ψηφοφόρων. Γι' αυτό και φτάσαμε σε αυτό το σημείο. Οι ίδιοι ψηφοφόροι που κάποτε διορίστηκαν χωρίς να το αξίζουν πίστεψαν πως το άξιζαν και τώρα δυσκολεύονται να πιστέψουν πως τους παίρνουν τα προνόμια που απλόχερα τους είχαν δανείσει. Και έτσι βγαίνουν στους δρόμους, βρίζουν άτομα, διαμαρτύρονται και τάσσονται κατά των κομμάτων.
Και κάπου εδώ επανέρχομαι στο θέμα το οποίο ξεκίνησα να αναπτύσσω παραπάνω. Πόσο σωστός είναι άραγε αυτός ο τρόπος σκέψης; Προσπαθώντας να κατανοήσω λίγο καλύτερα την κατάσταση ήρθε στο μυαλό μου ένας παραλληλισμός. Η πολιτική και η θρησκεία λειτουργούν με τον ίδιο τρόπο. Στην ιστορία της θρησκείας συναντάμε τους εικονολάτρες. Ανθρώπους που έχαναν την ουσία και πίστευαν ότι θρησκεία είναι ένα πρόσωπο, αυτό που απεικονίζεται σε κάποια αγιογραφία. Κάπως έτσι έχουν τα πράγματα και με την πολιτική. Οι άνθρωποι πλέον τείνουμε να απομυθοποιούμε τα κόμματα, να απαξιώνουμε ιδεολογίες και ιδανικά κρίνοντας μόνο με βάση τις πράξεις των ατόμων που τα εκπροσωπούν-που ίσως τελικά να μην είναι τίποτα περισσότερο από ατάλαντοι πολιτικοί που καπηλεύθηκαν ιδέες και ιδανικά για προσωπικά τους οφέλη.
Όμως έχουμε αναρωτηθεί ποτέ ποια είναι η ουσία που κρύβεται πίσω από όλα όσα βλέπουμε; Γνωρίζουμε τις ιδέες και τα ιδανικά τα οποία καταβαραθρώνουμε στο όνομα μερικών ανίκανων δημαγωγών;


Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Φωτιά στα ανεκπλήρωτα πάθη.

Το πρωί με πήρε εκείνη τηλέφωνο. Δε ξέρω τι σκατά θέλει από τη ζωή μου πλέον. Ήταν ξεκάθαρη. Ή μήπως όχι; Απρόβλεπτο; Το δίχως άλλο. Δε το περίμενα. Σάστισα. Τα ωραιότερα πράγματα στη ζωή λένε πως έρχονται κατ' αυτό τον τρόπο. Απρόσμενα, αιφνιδιαστικά. Με τέτοιο τρόπο που ακόμα και αν δεν είναι τα ωραιότερα, ο τρόπος και μόνο τα κάνει να φαντάζουν. Μάλλον, αυτό το τελευταίο ισχύει με μένα. Ίσως και όχι; Τη θέλω; Είμαι γοητευμένος. Άλλωστε, ποιος άντρας στην όψη μιας τέτοιας γυναίκας -όσο δυναμικός και να είναι- μπορεί να αντισταθεί; Αναμφίβολα, δε περνά απαρατήρητη. Θαρρείς πως θα μπορούσα να τη σκεφτώ, ή και θα μπορούσα να το έχω ήδη κάνει. Θα μπορούσα ίσως και να την ερωτευτώ. Και δεν είναι τόσο η εμφάνιση της, είναι που όλα θέλει να τα ελέγχει. Είναι αυτή της η επιρροή που εντελώς μυστηριακά καταφέρνει και ασκεί πάνω μου. Έτσι όπως τα γράφω, νιώθω μια αηδία να με συνεπαίρνει και την ανάγκη να καθαρίσω τα σωθικά μου από τούτη την ιδέα που τα χει μπολιάσει. Να κάνω γαργάρα τ

Σ'αγαπώ για αυτά που δε ξέρεις πως είσαι.

Ώρες και ώρες βασάνιζα τον εαυτό μου με τη σκέψη σου. Προσπαθούσα να καταλάβω τι θες επιτέλους. Τι γυρεύεις από τη ζωή μου. Λες και με ένοιαζε. Θαρρείς και ήταν μία ακόμα από εκείνες τις ιστορίες που είχα να λέω, να σκέφτομαι και να αναμοχλεύω, σαν μια τάχα ακόμα εμπειρία, από εκείνες που αφήνουν ανεξίτηλα σημάδια ή και όχι, σαν μια ακόμα αυταπάτη ή ψευδαίσθηση που δημιούργησε τάχα κάποιο βράδυ μία σταγόνα αλκοόλ. Ακόμα και τώρα δε μπορώ αλήθεια να καταλάβω αν πράγματι συνέβη ή αν το φαντάστηκα, αν τάχα το επινόησα με την παιδιάστικη φαντασία μου, αν μοιραστήκαμε το ίδιο όνειρο κάποιο από όλα τα βράδια που κοιτούσαμε το ίδιο φεγγάρι, τον ίδιο ουρανό. Τι σημασία έχει άλλωστε;  Ξέρεις, δε σου κρύβω πως βαθιά μέσα μου φοβάμαι. Φοβάμαι τα συναισθήματά μου. Αν τάχα σε θέλω, αν τάχα σε νοιάζομαι. Φοβάμαι να στο πω. Φοβάμαι μη και νιώθεις έτσι. Φοβάμαι όλα αυτά τα ανείπωτα, τα οποία έχουμε πει τόσες και τόσες φορές. Εκείνα που δε χρειάστηκε ή που χρειάστηκε να πούμε. Και τη συμβατική ζωή

Σιωπές.

Ένιωθε τόσο μόνος εκείνο το μουντό φθινοπωρινό πρωινό. Ξαπλωμένος για ώρες κοίταζε έξω από το παράθυρο και σκεφτόταν. Ανούσιες σκέψεις που αφαιρούσαν κάθε νόημα από το να σηκωθεί από το κρεβάτι. Σκέψεις που του μαύριζαν τη μέρα. Ίσως για να ταιριάζει κάπως με τα χρώματα του ουρανού. Είχε πια μεσημεριάσει για τα καλά, μα ο ουρανός παρέμενε γκρίζος. Το στομάχι του πεινούσε κάπως, μα η αυτότροφη μιζέρια αυτού του πρωινού, δε τον άφηνε να το σκεφτεί. Είχε ήδη χορτάσει υποσχέσεις. Είχε ήδη χορτάσει από λόγια.  Όλες τους πάντα κάτι υπόσχονταν. Μια ιδανική σχέση, μια ονειρική αγάπη, ένα ανεξέλεγκτο πάθος. Όλες τους τον έκαναν να νιώθει μοναδικός-για λίγο. Κι ύστερα όλες τους έμεναν μετεξεταστέες στις πράξεις.  Τι τα θες; Όλοι του το έλεγαν. Μην ακούς τις γυναίκες, απλά κοίταζε τες, αν θες να τις καταλάβεις. Κι ο Όσκαρ του το χε εμπιστευτεί πιο παλιά αυτό το μυστικό. Λες και ήταν μυστικό ζωής, του το χε ψιθυρίσει στ' αυτί συντροφιά με κάποιο πολύτιμο ουίσκι, το οποίο είχαν μοι