Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Άλλο αναρχία και άλλο στημένοι αναρχικοί.

Γυρίζοντας σπίτι από το σύνταγμα και την ειρηνική διαμαρτυρία, η οποία μετατράπηκε σε πεδίο μάχης, διάφορες σκέψεις κατέλαβαν το μυαλό μου. Δεν ήταν μόνο το όλο σκηνικό που με έβαλε σε σκέψεις αλλά και τα λόγια μιας γυναίκας περίπου σαράντα χρονών η οποία έτρεξε να μου δώσει σπρέι για να προστατευτώ από τα δακρυγόνα: "Αναρχικοί" μου είπε. Ναι, οι αναρχικοί καλώς η κακώς δεν γουστάρουν την εξουσία. Δεν τους αρέσει η έννοια του κράτους. Ωστόσο, αυτό δε σημαίνει ότι είναι υπέρ της βίας, πόσο μάλλον όταν αυτή στρέφεται ενάντια σε άλλους πολίτες, σύμφωνα με τα όσα ξέρω. Όμως αυτοί αποκαλέστηκαν αναρχικοί και δημιουργούσαν πρόβλημα. Ζώντας τα γεγονότα από το πεδίο της μάχης τους είδα να έρχονται κατά πάνω μας απειλητικά.
Κάπως έτσι μπερδεύτηκα. Προσπαθώντας να ξεμπερδευτώ άνοιξα την Βικιπαίδεια για να μάθω. Τι είναι άραγε αναρχία;  Είναι εν τέλη αυτοί αναρχικοί; Και αν ναι ποιος τους χαρακτήρισε έτσι; Γιατί τους χαρακτηρίζουμε έτσι; Για να δίνουμε έναν χαρακτηρισμό σε κάποιον πρέπει πάνω από όλα να ξέρουμε τι σημαίνει. Ξέρουμε λοιπόν τι είναι η αναρχία; Ή απλά επαναπαυόμαστε στο ότι το πλήθος λέει ότι κάποιοι είναι αναρχικοί, άρα είναι;
Στην Βικιπαίδεια, λοιπόν, μεταξύ άλλων που αναφέρονταν έγραφε "Η απαραίτητη σύνδεση με τη βία και το χάος ωστόσο είναι προπαγανδιστική, καθώς ορισμένοι θεωρητικοί αναρχικοί θεωρούν τη βία όχι μόνο ακατάλληλο μέσο επιβολής, αλλά επίσης την εξισώσουν με την αστική ηθική, εγκρίνοντας την μόνο ως μέσο αυτοάμυνας".  Αυτή η πρόταση αποτέλεσε την απάντηση σε όλα εκείνα που έψαχνα να μάθω. Οι άνθρωποι που βρίσκονταν στο Σύνταγμα παρακωλύοντας την ειρηνική διαμαρτυρία δεν ήταν αναρχικοί. Ήταν απλά εξοργισμένοι πολίτες οι οποίοι καπηλεύθηκαν μια ιδέα για να μπορέσουν να εκτονώσουν τις ζωώδεις τάσεις τους ή ακόμα και για να σπιλώσουν το νόημα της διαμαρτυρίας. Το μυαλό μου έπλασε και άλλα σενάρια. Όπως το ότι οι συγκεκριμένοι άνθρωποι θα μπορούσαν να είναι φερέφωνα κάποιων άλλων με σκοπό να δημιουργηθεί ένα χάος και να φιμωθεί η φωνή του λαού που είχε πάει να διαδηλώσει ειρηνικά , όπως είχε γίνει και παλαιότερα με τα επεισόδια που είχαν γίνει στις διαμαρτυρίες  με αφόρμηση τον θάνατο του Αλέξη Γρηγορόπουλου αλλά και το θάνατο των υπαλλήλων της Marfin στην τότε διαμαρτυρία.
Ωστόσο, το θέμα μου είναι άλλο και όχι το τι ήταν αυτοί που δημιούργησαν τα επεισόδια. Αυτοί ήταν απλά η αφορμή για να καταλάβω πως οι άνθρωποι, οι απλοϊκοί άνθρωποι κρίνουμε χωρίς να ξέρουμε και μάλιστα πολλές φορές επειδή ακούμε κάποιον άλλο να λέει κάτι το επαναλαμβάνουμε χωρίς να έχουμε ιδέα αν είναι αληθές ή όχι, αν έχει κάποια επαφή με την πραγματικότητα.
Και κάπως έτσι η αναρχία έχει πάρει λάθος ορισμό. Κάπως έτσι οι άνθρωποι δεν μπορούν να συνειδητοποιήσουν ότι αναρχία και βία είναι κάτι διαφορετικό. Ίσως σαν ιδεολογία η αναρχία να μην μπορεί να εφαρμοστεί αν δεν μπορέσει ο καθένας να είναι υπεύθυνος για τον εαυτό του, καθότι πάντα θα υπάρχει η ανάγκη μιας ανώτερης δύναμης να καθοδηγεί την ομήγυρη. Ωστόσο, αυτό δε σημαίνει ότι στις βασικές αρχές της υπάρχει κάπου η βία. Ακόμα και αν με το πέρασμα των χρόνων πολλοί προσπαθούν να μεταλαμπαδεύσουν το συγκεκριμένο μήνυμα, η αναρχία δεν είναι βία.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα όλων αυτών είναι ότι το σύνταγμα έχει γεμίσει από φιλειρηνικούς αντιεξουσιαστές, από την πρώτη μέρα διαμαρτυρίας, οι οποίοι όμως δεν είχαν δημιουργήσει κανένα επεισόδιο εδώ και μέρες. Γνώρισα τέτοια άτομα, τραγούδησα μαζί τους, συζήτησα. Ωστόσο, κανένας δεν φάνηκε διατεθειμένος να θέλει να διαλύσει όλο αυτό το ειρηνικό κλίμα που επικρατούσε.
Πώς λοιπόν χαρακτηρίζουμε αναρχικούς όλους αυτούς που δημιουργούν τα επεισόδια χωρίς να ξέρουμε τι πραγματικά πρεσβεύουν; Και κυρίως… γιατί δεν σκεφτόμαστε πως ίσως όλο αυτό είναι υποκινούμενο με μόνο στόχο να διαλυθεί η διαμαρτυρία των αγανακτισμένων, κάτι το οποίο  εξυπηρετεί συμφέροντα της παρούσας εξουσίας;


Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Φωτιά στα ανεκπλήρωτα πάθη.

Το πρωί με πήρε εκείνη τηλέφωνο. Δε ξέρω τι σκατά θέλει από τη ζωή μου πλέον. Ήταν ξεκάθαρη. Ή μήπως όχι; Απρόβλεπτο; Το δίχως άλλο. Δε το περίμενα. Σάστισα. Τα ωραιότερα πράγματα στη ζωή λένε πως έρχονται κατ' αυτό τον τρόπο. Απρόσμενα, αιφνιδιαστικά. Με τέτοιο τρόπο που ακόμα και αν δεν είναι τα ωραιότερα, ο τρόπος και μόνο τα κάνει να φαντάζουν. Μάλλον, αυτό το τελευταίο ισχύει με μένα. Ίσως και όχι; Τη θέλω; Είμαι γοητευμένος. Άλλωστε, ποιος άντρας στην όψη μιας τέτοιας γυναίκας -όσο δυναμικός και να είναι- μπορεί να αντισταθεί; Αναμφίβολα, δε περνά απαρατήρητη. Θαρρείς πως θα μπορούσα να τη σκεφτώ, ή και θα μπορούσα να το έχω ήδη κάνει. Θα μπορούσα ίσως και να την ερωτευτώ. Και δεν είναι τόσο η εμφάνιση της, είναι που όλα θέλει να τα ελέγχει. Είναι αυτή της η επιρροή που εντελώς μυστηριακά καταφέρνει και ασκεί πάνω μου. Έτσι όπως τα γράφω, νιώθω μια αηδία να με συνεπαίρνει και την ανάγκη να καθαρίσω τα σωθικά μου από τούτη την ιδέα που τα χει μπολιάσει. Να κάνω γαργάρα τ

Σ'αγαπώ για αυτά που δε ξέρεις πως είσαι.

Ώρες και ώρες βασάνιζα τον εαυτό μου με τη σκέψη σου. Προσπαθούσα να καταλάβω τι θες επιτέλους. Τι γυρεύεις από τη ζωή μου. Λες και με ένοιαζε. Θαρρείς και ήταν μία ακόμα από εκείνες τις ιστορίες που είχα να λέω, να σκέφτομαι και να αναμοχλεύω, σαν μια τάχα ακόμα εμπειρία, από εκείνες που αφήνουν ανεξίτηλα σημάδια ή και όχι, σαν μια ακόμα αυταπάτη ή ψευδαίσθηση που δημιούργησε τάχα κάποιο βράδυ μία σταγόνα αλκοόλ. Ακόμα και τώρα δε μπορώ αλήθεια να καταλάβω αν πράγματι συνέβη ή αν το φαντάστηκα, αν τάχα το επινόησα με την παιδιάστικη φαντασία μου, αν μοιραστήκαμε το ίδιο όνειρο κάποιο από όλα τα βράδια που κοιτούσαμε το ίδιο φεγγάρι, τον ίδιο ουρανό. Τι σημασία έχει άλλωστε;  Ξέρεις, δε σου κρύβω πως βαθιά μέσα μου φοβάμαι. Φοβάμαι τα συναισθήματά μου. Αν τάχα σε θέλω, αν τάχα σε νοιάζομαι. Φοβάμαι να στο πω. Φοβάμαι μη και νιώθεις έτσι. Φοβάμαι όλα αυτά τα ανείπωτα, τα οποία έχουμε πει τόσες και τόσες φορές. Εκείνα που δε χρειάστηκε ή που χρειάστηκε να πούμε. Και τη συμβατική ζωή

Σιωπές.

Ένιωθε τόσο μόνος εκείνο το μουντό φθινοπωρινό πρωινό. Ξαπλωμένος για ώρες κοίταζε έξω από το παράθυρο και σκεφτόταν. Ανούσιες σκέψεις που αφαιρούσαν κάθε νόημα από το να σηκωθεί από το κρεβάτι. Σκέψεις που του μαύριζαν τη μέρα. Ίσως για να ταιριάζει κάπως με τα χρώματα του ουρανού. Είχε πια μεσημεριάσει για τα καλά, μα ο ουρανός παρέμενε γκρίζος. Το στομάχι του πεινούσε κάπως, μα η αυτότροφη μιζέρια αυτού του πρωινού, δε τον άφηνε να το σκεφτεί. Είχε ήδη χορτάσει υποσχέσεις. Είχε ήδη χορτάσει από λόγια.  Όλες τους πάντα κάτι υπόσχονταν. Μια ιδανική σχέση, μια ονειρική αγάπη, ένα ανεξέλεγκτο πάθος. Όλες τους τον έκαναν να νιώθει μοναδικός-για λίγο. Κι ύστερα όλες τους έμεναν μετεξεταστέες στις πράξεις.  Τι τα θες; Όλοι του το έλεγαν. Μην ακούς τις γυναίκες, απλά κοίταζε τες, αν θες να τις καταλάβεις. Κι ο Όσκαρ του το χε εμπιστευτεί πιο παλιά αυτό το μυστικό. Λες και ήταν μυστικό ζωής, του το χε ψιθυρίσει στ' αυτί συντροφιά με κάποιο πολύτιμο ουίσκι, το οποίο είχαν μοι