Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Στημένα και μεσοπρόθεσμα...

Περνώντας προχθές το βράδυ από την πλατεία συντάγματος, μετά από κάτι μέρες που είχα να ανέβω προς κέντρο, ένιωσα κάπως περίεργα. Η πλατεία ήταν γεμάτη πανό με συνθήματα και με αντίσκηνα που είχαν στηθεί από την πρώτη μέρα της διαμαρτυρίας. Οι "αγανακτισμένοι" αγωνιστές είχαν κουραστεί από την πολλή αγανάκτηση και είχαν πέσει για ύπνο. Ο δρόμος δε μπροστά από τη βουλή είχε τέσσερα πέντε πανό και άλλους δυο-τρεις διερχόμενους να συζητάνε με τους λίγους εναπομείναντες αστυνομικούς.
Μάαλιστα, σκέφτηκα. Αυτός ο λαός ξανακοιμήθηκε; Που πήγε το σθένος και η ένταση με την οποία διαμαρτυρόταν τις προηγούμενες μέρες; Μήπως τελικά οι στημένοι αναρχικοί ήταν ικανοί να κάμψουν την αγανάκτησή μας, να μας τρομοκρατήσουν ; Πώς το επιτρέψαμε αυτό; Ίσως πάλι να συνέβη αυτό που έλεγα από την αρχή. 
Μόλις είχα ακούσει για την  "ειρηνική" διαμαρτυρία είχα γελάσει. Ίσως με αυτό να ακούγομαι πεσιμίστρια ή ακόμα και είρωνας. Ωστόσο, εγώ προτιμώ να με χαρακτηρίζω ρεαλίστρια. Δεν λέω πως έπρεπε να σημειωθούν επεισόδια. Όχι δεν είναι αυτή η λύση. Αλλά έχοντας παρακολουθήσει την πολιτική κατάσταση όλων αυτών των ετών και προσπαθώντας να σκεφτώ με την νοοτροπία που σκέφτονται οι πολιτικοί πίστευα ότι απλά θα περιμένουν να κοπάσει η οργή των αγανακτισμένων, οι οποίοι φάνηκε σχεδόν από την αρχή ότι δεν ήταν διατεθειμένοι να χάσουν τις ζωές τους στη μάχη. Για την ακρίβεια δεν ήταν διατεθειμένοι να χάσουν τίποτα περισσότερο από μερικές ώρες. Η μόνη τους επανάσταση η κραυγή και η δημιουργία γηπεδικού κλίματος. Κανένας δεν ήταν αρκετά αποφασισμένος για αγώνα. Όλοι όσοι ήταν εκεί ήταν απλά αποφασισμένοι για κερκίδα. Για κερκίδα όμως, καλοί ήμασταν πάντα. Δεν κάναμε άλλωστε και κάτι διαφορετικό τόσα χρόνια.
Οι πολιτικοί λοιπόν το ήξεραν αυτό. Ίσως να μην τους θεωρώ αρκετά διορατικούς για να μπορούν να το προβλέψουν όμως θεωρώ ότι ακόμα και ο πιο ανόητος άνθρωπος μπορεί να κατανοήσει ότι οι άνθρωποι αργά ή γρήγορα κουράζονται. Και αυτό είναι και το λάθος μας τόσα χρόνια. Οι Έλληνες πάντα είχαμε την τάση για αγώνα, για επανάσταση. Όμως ποτέ δεν είχαμε την απαραίτητη υπομονή και επιμονή. Γι' αυτό και κατά καιρούς έχουμε χαρακτηριστεί ωχαδερφιστές και συμβιβασμένοι. Όσο και να λέμε ότι ξυπνήσαμε, όσο και να αγωνιζόμαστε, στο τέλος πάντα απογοητευόμαστε, με αποτέλεσμα να γινόμαστε εύκολη λεία για όλους εκείνους που έχουν άλλα σχέδια για μας.
Ως πότε όμως θα το επιτρέπουμε αυτό; Ξυπνήστε. Πραγματικά ξυπνήστε. Σταματήστε να ασχολείστε με τα στημένα ποδοσφαιρικά παιχνίδια εν όψη μεσοπρόθεσμου. Καταλάβετε επιτέλους πως το ποδόσφαιρο, όπως και η θρησκεία, όπως και η πολιτική είναι τρόποι χαλιναγώγησης των παθών μας, πως αν μη τι άλλο χρησιμοποιούνται από τις εκάστοτε κυβερνήσεις για να μας αποσπάσουν την προσοχή από τα σημαντικά θέματα με τα οποία πρέπει να ασχοληθούμε. 
Ας κλείσουμε τα αυτιά μας στις εκκωφαντικές σειρήνες που σκοπό έχουν να μας αποπροσανατολίσουν και ας επικεντρωθούμε στο στόχο μας. Αφού βέβαια πολλοί συνειδητοποιήσουν το ποιος είναι. Γιατί ίσως τελικά να μην ισχύει τίποτα από τα παραπάνω και ο κόσμος απλά να διασπάστηκε επειδή δεν είχε κάποιο ουσιαστικό στόχο.
Σκεφτείτε, λοιπόν, λίγο αυτή τη νέα γενιά που φτάνει στο αύριο. Πόσο εύκολα θα κοιμάστε τα βράδια όταν ξέρετε ότι είστε υπαίτιοι για τη διαιώνιση της κατάστασης που επικρατεί; Πώς θα μπορέσετε να κοιτάξετε ξανά το παιδί σας στα μάτια όταν ξέρετε ότι εσείς στηρίξατε την ανομία όλων αυτών που συνετέλεσαν στην καταστροφή του μέλλοντός του;

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Φωτιά στα ανεκπλήρωτα πάθη.

Το πρωί με πήρε εκείνη τηλέφωνο. Δε ξέρω τι σκατά θέλει από τη ζωή μου πλέον. Ήταν ξεκάθαρη. Ή μήπως όχι; Απρόβλεπτο; Το δίχως άλλο. Δε το περίμενα. Σάστισα. Τα ωραιότερα πράγματα στη ζωή λένε πως έρχονται κατ' αυτό τον τρόπο. Απρόσμενα, αιφνιδιαστικά. Με τέτοιο τρόπο που ακόμα και αν δεν είναι τα ωραιότερα, ο τρόπος και μόνο τα κάνει να φαντάζουν. Μάλλον, αυτό το τελευταίο ισχύει με μένα. Ίσως και όχι; Τη θέλω; Είμαι γοητευμένος. Άλλωστε, ποιος άντρας στην όψη μιας τέτοιας γυναίκας -όσο δυναμικός και να είναι- μπορεί να αντισταθεί; Αναμφίβολα, δε περνά απαρατήρητη. Θαρρείς πως θα μπορούσα να τη σκεφτώ, ή και θα μπορούσα να το έχω ήδη κάνει. Θα μπορούσα ίσως και να την ερωτευτώ. Και δεν είναι τόσο η εμφάνιση της, είναι που όλα θέλει να τα ελέγχει. Είναι αυτή της η επιρροή που εντελώς μυστηριακά καταφέρνει και ασκεί πάνω μου. Έτσι όπως τα γράφω, νιώθω μια αηδία να με συνεπαίρνει και την ανάγκη να καθαρίσω τα σωθικά μου από τούτη την ιδέα που τα χει μπολιάσει. Να κάνω γαργάρα τ

Σ'αγαπώ για αυτά που δε ξέρεις πως είσαι.

Ώρες και ώρες βασάνιζα τον εαυτό μου με τη σκέψη σου. Προσπαθούσα να καταλάβω τι θες επιτέλους. Τι γυρεύεις από τη ζωή μου. Λες και με ένοιαζε. Θαρρείς και ήταν μία ακόμα από εκείνες τις ιστορίες που είχα να λέω, να σκέφτομαι και να αναμοχλεύω, σαν μια τάχα ακόμα εμπειρία, από εκείνες που αφήνουν ανεξίτηλα σημάδια ή και όχι, σαν μια ακόμα αυταπάτη ή ψευδαίσθηση που δημιούργησε τάχα κάποιο βράδυ μία σταγόνα αλκοόλ. Ακόμα και τώρα δε μπορώ αλήθεια να καταλάβω αν πράγματι συνέβη ή αν το φαντάστηκα, αν τάχα το επινόησα με την παιδιάστικη φαντασία μου, αν μοιραστήκαμε το ίδιο όνειρο κάποιο από όλα τα βράδια που κοιτούσαμε το ίδιο φεγγάρι, τον ίδιο ουρανό. Τι σημασία έχει άλλωστε;  Ξέρεις, δε σου κρύβω πως βαθιά μέσα μου φοβάμαι. Φοβάμαι τα συναισθήματά μου. Αν τάχα σε θέλω, αν τάχα σε νοιάζομαι. Φοβάμαι να στο πω. Φοβάμαι μη και νιώθεις έτσι. Φοβάμαι όλα αυτά τα ανείπωτα, τα οποία έχουμε πει τόσες και τόσες φορές. Εκείνα που δε χρειάστηκε ή που χρειάστηκε να πούμε. Και τη συμβατική ζωή

Σιωπές.

Ένιωθε τόσο μόνος εκείνο το μουντό φθινοπωρινό πρωινό. Ξαπλωμένος για ώρες κοίταζε έξω από το παράθυρο και σκεφτόταν. Ανούσιες σκέψεις που αφαιρούσαν κάθε νόημα από το να σηκωθεί από το κρεβάτι. Σκέψεις που του μαύριζαν τη μέρα. Ίσως για να ταιριάζει κάπως με τα χρώματα του ουρανού. Είχε πια μεσημεριάσει για τα καλά, μα ο ουρανός παρέμενε γκρίζος. Το στομάχι του πεινούσε κάπως, μα η αυτότροφη μιζέρια αυτού του πρωινού, δε τον άφηνε να το σκεφτεί. Είχε ήδη χορτάσει υποσχέσεις. Είχε ήδη χορτάσει από λόγια.  Όλες τους πάντα κάτι υπόσχονταν. Μια ιδανική σχέση, μια ονειρική αγάπη, ένα ανεξέλεγκτο πάθος. Όλες τους τον έκαναν να νιώθει μοναδικός-για λίγο. Κι ύστερα όλες τους έμεναν μετεξεταστέες στις πράξεις.  Τι τα θες; Όλοι του το έλεγαν. Μην ακούς τις γυναίκες, απλά κοίταζε τες, αν θες να τις καταλάβεις. Κι ο Όσκαρ του το χε εμπιστευτεί πιο παλιά αυτό το μυστικό. Λες και ήταν μυστικό ζωής, του το χε ψιθυρίσει στ' αυτί συντροφιά με κάποιο πολύτιμο ουίσκι, το οποίο είχαν μοι