Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Η αποδοχή της τέλειας ατέλειας.


Διαβάζοντας πολλά σχόλια με το ίδιο θεματικό μοτίβο συμπέρανα κάποια πράγματα, τα οποία με έβαλαν σε σκέψεις. Οι άνθρωποι γνωρίζοντας πως η ελευθερία είναι κάτι το οποίο δεν μπορεί να κατακτηθεί, μαζί της και η αλήθεια και άλλα τόσα σημαντικά ιδανικά-παρά μόνο να προσεγγισθούν ως ένα βαθμό, επαναπαυόμαστε πολύ εύκολα στις τέλειες ατέλειες που μας σερβίρουν. Δε θα αρνηθώ ότι και εγώ σαν άτομο έχω πέσει πολλές φορές σε αυτή τη «λούμπα». Ωστόσο, είναι φορές που πιάνω τον εαυτό μου να αναρωτιέται το γιατί.
Οι άνθρωποι καλώς ή κακώς είμαστε μονόπλευρα και τελειομανή όντα.  Όπως είχε πει κ ο Ουμπέρτο Έκο, άλλωστε, η τελειότητα είναι ένα από τα τρία συστατικά γνωρίσματα της ομορφιάς που επιδιώκει ο άνθρωπος. Ωστόσο, πολλές φορές, η κατάκτηση της είναι πράγματι μια δύσκολη υπόθεση και αρκετά συχνά ακατόρθωτη. Ωστόσο, πρέπει άραγε να μας απογοητεύει αυτό και να μας οδηγεί στην αποδοχή τέλειων αλλά «μη ιδανικών» ή να μας πεισμώνει περισσότερο; Δεν είναι άραγε η μαγεία του ακατόρθωτου που πρέπει να μας κάνει να αγωνιζόμαστε με περισσότερο πάθος για την κατάκτησή του;
Προφανώς και στις παραπάνω ερωτήσεις θα απαντήσουμε θετικά. Ωστόσο, πόσοι από εμάς πράττουν κιόλας κατ αυτόν τον τρόπο;
Βλέποντας ανθρώπους να αποδέχονται μασημένες αλήθειες, τις οποίες νωρίτερα είχα αποδεχθεί και εγώ, ακόμα και με χιουμοριστικό τρόπο-ναι, το χιούμορ είναι η μεγαλύτερη μορφή προπαγάνδας, η επίκληση στο συναίσθημα ως επί το πλείστον-συνειδητοποίησα πόσο εύκολα εγκαταλείπουμε τις πολυδιάστατες, αλλά συνάμα πολύπλοκες σκέψεις μας, όταν κάποιος άλλος μας δωρίζει απλόχερα την τέλεια αλλά ίσως λανθασμένη δική του. Ωστόσο, έχουμε άραγε αναλογιστεί, πώς όλο αυτό δεν έχει άλλο αποτέλεσμα πέρα από την πνευματική μας νάρκωση και την μαζοποίηση μας, έτσι ώστε να γινόμαστε και εμείς με τη σειρά μας ετεροκατευθυνόμενα φερέφωνα του συστήματος;
Γνωρίζουμε πως η σκέψη που μας πουλάνε ακόμα και αν είναι εν μέρει σωστή, είναι μονοδιάστατη; Και έπειτα φιλτράρουμε καν το αν είναι λάθος ή σωστή ή απλά την αποδεχόμαστε μην μπορώντας να κρίνουμε την σημασία που μπορεί να κρύβεται πίσω από τις λέξεις που την αποτελούν; Πόση κριτική σκέψη έχει άραγε ο μέσος άνθρωπος και κυρίως πόσο εύκολα αφήνεται σε νόρμες και καλούπια που προωθούνται μέσα από μια αέναη πλύση εγκεφάλου που δεχόμαστε; Έπειτα, πως ανεχόμαστε καν, να σκέφτεται κάποιος άλλος για μας;
Αν το καλοσκεφτούμε, η βοήθεια από κάποιον άλλο, ως προς πιο πρακτικά θέματα προϋποθέτει μία αναπηρία. Επομένως, μήπως τελικά το γεγονός ότι αποδεχόμαστε ξένες σκέψεις, μην μπορώντας να αποκρυσταλλώσουμε δικές μας, υποδηλώνει την πνευματική μας αναπηρία; Και αν ναι, τι κάνουμε για να αλλάξει αυτό;
Κρίνουμε. Ναι, ναι, ναι. Κρίνουμε. Όπως λέει και ο Βίλχελμ Ράιχ στο «άκου ανθρωπάκο» είναι πολύ εύκολο να κρίνεις τους άλλους, όταν δεν μπορείς να τους καταλάβεις. Και είναι ακόμα πιο εύκολο να κρίνεις το μέσο με το οποίο επιλέγουν να σε καταπιέσουν, καταδεικνύοντας το ως τον καταπιεστή, είτε αυτό είναι τηλεόραση, είτε είναι ένας πολιτικός λόγος, είτε οποιαδήποτε άλλης μορφής προπαγάνδα. Ωστόσο, φταίνε αυτά που προσπαθούν να σε υποδουλώσουν ή εσύ που είσαι ανίκανος να αντισταθείς; Μήπως τελικά εκείνο που βλέπουμε ως λύση είναι απλά το πρόβλημα και πρέπει να αναζητήσουμε και άλλες λύσεις; Και πολύ περισσότερο, μήπως πίσω από κάθε λύση κρύβεται ένα άλλο πρόβλημα με σκοπό στο τέλος να ξεγυμνωθεί στα μάτια μας μια αλήθεια -μέσα από πολλές άλλες- που αρνούμαστε πεισματικά να δούμε;


Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Φωτιά στα ανεκπλήρωτα πάθη.

Το πρωί με πήρε εκείνη τηλέφωνο. Δε ξέρω τι σκατά θέλει από τη ζωή μου πλέον. Ήταν ξεκάθαρη. Ή μήπως όχι; Απρόβλεπτο; Το δίχως άλλο. Δε το περίμενα. Σάστισα. Τα ωραιότερα πράγματα στη ζωή λένε πως έρχονται κατ' αυτό τον τρόπο. Απρόσμενα, αιφνιδιαστικά. Με τέτοιο τρόπο που ακόμα και αν δεν είναι τα ωραιότερα, ο τρόπος και μόνο τα κάνει να φαντάζουν. Μάλλον, αυτό το τελευταίο ισχύει με μένα. Ίσως και όχι; Τη θέλω; Είμαι γοητευμένος. Άλλωστε, ποιος άντρας στην όψη μιας τέτοιας γυναίκας -όσο δυναμικός και να είναι- μπορεί να αντισταθεί; Αναμφίβολα, δε περνά απαρατήρητη. Θαρρείς πως θα μπορούσα να τη σκεφτώ, ή και θα μπορούσα να το έχω ήδη κάνει. Θα μπορούσα ίσως και να την ερωτευτώ. Και δεν είναι τόσο η εμφάνιση της, είναι που όλα θέλει να τα ελέγχει. Είναι αυτή της η επιρροή που εντελώς μυστηριακά καταφέρνει και ασκεί πάνω μου. Έτσι όπως τα γράφω, νιώθω μια αηδία να με συνεπαίρνει και την ανάγκη να καθαρίσω τα σωθικά μου από τούτη την ιδέα που τα χει μπολιάσει. Να κάνω γαργάρα τ

Σ'αγαπώ για αυτά που δε ξέρεις πως είσαι.

Ώρες και ώρες βασάνιζα τον εαυτό μου με τη σκέψη σου. Προσπαθούσα να καταλάβω τι θες επιτέλους. Τι γυρεύεις από τη ζωή μου. Λες και με ένοιαζε. Θαρρείς και ήταν μία ακόμα από εκείνες τις ιστορίες που είχα να λέω, να σκέφτομαι και να αναμοχλεύω, σαν μια τάχα ακόμα εμπειρία, από εκείνες που αφήνουν ανεξίτηλα σημάδια ή και όχι, σαν μια ακόμα αυταπάτη ή ψευδαίσθηση που δημιούργησε τάχα κάποιο βράδυ μία σταγόνα αλκοόλ. Ακόμα και τώρα δε μπορώ αλήθεια να καταλάβω αν πράγματι συνέβη ή αν το φαντάστηκα, αν τάχα το επινόησα με την παιδιάστικη φαντασία μου, αν μοιραστήκαμε το ίδιο όνειρο κάποιο από όλα τα βράδια που κοιτούσαμε το ίδιο φεγγάρι, τον ίδιο ουρανό. Τι σημασία έχει άλλωστε;  Ξέρεις, δε σου κρύβω πως βαθιά μέσα μου φοβάμαι. Φοβάμαι τα συναισθήματά μου. Αν τάχα σε θέλω, αν τάχα σε νοιάζομαι. Φοβάμαι να στο πω. Φοβάμαι μη και νιώθεις έτσι. Φοβάμαι όλα αυτά τα ανείπωτα, τα οποία έχουμε πει τόσες και τόσες φορές. Εκείνα που δε χρειάστηκε ή που χρειάστηκε να πούμε. Και τη συμβατική ζωή

Σιωπές.

Ένιωθε τόσο μόνος εκείνο το μουντό φθινοπωρινό πρωινό. Ξαπλωμένος για ώρες κοίταζε έξω από το παράθυρο και σκεφτόταν. Ανούσιες σκέψεις που αφαιρούσαν κάθε νόημα από το να σηκωθεί από το κρεβάτι. Σκέψεις που του μαύριζαν τη μέρα. Ίσως για να ταιριάζει κάπως με τα χρώματα του ουρανού. Είχε πια μεσημεριάσει για τα καλά, μα ο ουρανός παρέμενε γκρίζος. Το στομάχι του πεινούσε κάπως, μα η αυτότροφη μιζέρια αυτού του πρωινού, δε τον άφηνε να το σκεφτεί. Είχε ήδη χορτάσει υποσχέσεις. Είχε ήδη χορτάσει από λόγια.  Όλες τους πάντα κάτι υπόσχονταν. Μια ιδανική σχέση, μια ονειρική αγάπη, ένα ανεξέλεγκτο πάθος. Όλες τους τον έκαναν να νιώθει μοναδικός-για λίγο. Κι ύστερα όλες τους έμεναν μετεξεταστέες στις πράξεις.  Τι τα θες; Όλοι του το έλεγαν. Μην ακούς τις γυναίκες, απλά κοίταζε τες, αν θες να τις καταλάβεις. Κι ο Όσκαρ του το χε εμπιστευτεί πιο παλιά αυτό το μυστικό. Λες και ήταν μυστικό ζωής, του το χε ψιθυρίσει στ' αυτί συντροφιά με κάποιο πολύτιμο ουίσκι, το οποίο είχαν μοι