Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Τετάρτη εξουσία, πιθηκισμός και μια μάζα να φωνάζει.

Ορμώμενη από ένα ανώνυμα δημοσιευμένο άρθρο σε πολλά ειδησεογραφικά blogs και από τα σχετικά σχόλια χρηστών του facebook που ακολούθησαν, άρχισα να μπαίνω σε σκέψεις. Ποτέ μου δεν είχα σε ιδιαίτερη υπόληψη όλους εκείνους που αφήνουν υβριστικά σχόλια σε άρθρα, διαφόρου κειμένου και δη πολιτικού, όμως το συγκεκριμένο περιστατικό ήταν ένα πολύ λεπτό ζήτημα το οποίο με έκανε να οργιστώ ακόμα περισσότερο με την κοινωνική αμορφωσιά και αναλγησία.
Στο εν λόγω κείμενο, λοιπόν, αναφερόταν πως ένας τάδε πολιτικός μέσα από την προσωπική του σελίδα παρακίνησε την εθελοντική δράση των άνεργων. Τώρα εύλογα θα μου πεις "με τον πόνο μου παίζεις ρε φιλαράκι που με κυνηγάνε οι τράπεζες; που τα δάνεια τρέχουν; που το παιδί μου θέλει φροντιστήρια μπας και καταφέρει να περάσει σε ένα πανεπιστήμιο της κακιάς ώρας;" και άλλα πολλά μπορούν να ειπωθούν. Κοίτα δε σου ρίχνω άδικο να σκεφτείς έτσι. Αλλά πάλι, τι έκανες για να το αλλάξεις αυτό; Τι έκανες τόσα χρόνια για να περιμένεις καλύτερα αποτελέσματα; Μια από τις σοφές παροιμίες του λαού μας είναι εκείνη που λέει πως "όποιος σπέρνει, θερίζει". Τι έσπειρες εσύ, λοιπόν, σαν μεμονωμένο άτομο τόσα χρόνια; Μήπως τάχα ο εκάστοτε πολιτικός είναι υπεύθυνος για τη δική σου σοδειά; Μήπως με τη σειρά σου δεν έχεις και εσύ ευθύνες απέναντι στα πεπραγμένα; Σου είναι απίστευτα εύκολο το να δείξεις αντί να σκεφτείς, ε καραγκιοζάκο; 
Όχι, όχι εδώ κάνεις λάθος. Δεν αθωώνω κανέναν. Απλά να... είναι που όλοι μας έχουμε ένα μερίδιο ευθύνης. Φαντάσου την κοινωνία σαν ένα σώμα όπου αν δε δουλεύει το ένα του μέλος υπολειτουργεί. Πώς, λοιπόν, περιμένεις να δουλέψει μία κοινωνία στην οποία τα περισσότερα της μέλη είναι άεργα; Και πέρα από το τι κάνουν τα άλλα της μέλη... εσύ τι κάνεις ως άνθρωπος; Γιατί σου αξίζει μια καλύτερη διαβίωση; Θέλω απαντήσεις. Θέλω επιχειρήματα. 
Έπειτα, θέλω να εστιάσω και σε κάτι άλλο που μου έκανε εντύπωση στα σχόλια που διάβασα. Οι περισσότεροι άνθρωποι θεωρούν τον εθελοντισμό ως κάτι κακό, ως μια ανίατη ασθένεια, ως κάτι το βλαβερό τέλος πάντων. Δηλαδή, όχι απλά δεν έχουμε καμία απολύτως γνώση απέναντι στην πραγματικότητα, αλλά πιθηκίζουμε κιόλας. Και δεν ξέρουμε τι είναι ο εθελοντισμός και δεν μας αφορά. Αλήθεια, πόσο βλαβερό σου ακούγεται αγαπημένε αναγνώστη το να μαζεύεις ελιές και να χρησιμοποιείς το λάδι; Πόσο επικίνδυνο το να μαζεύεις τα σκουπιδάκια έξω από το σπίτι σου ή στη γειτονιά σου; Πόσο βλαβερό θα ήταν αν καθιερωνόταν μία φορά την εβδομάδα να το κάνει κι ένας άλλος κάτοικος της γειτονίας; 
Έπειτα, τη δική του ζωή θα φτιάξει με αυτά που λέει ο εκάστοτε κύριος; Για κάτσε σκέψου λίγο πριν κρίνεις το οτιδήποτε, πριν σου περάσει η τέταρτη εξουσία μηνύματα άκριτα, πριν συνεχίσεις τον πιθηκισμό σου. Άνοιξε λίγο τα στραβά σου και σκέψου τι διαβάζεις. 
Και πέρα από αυτό μάθε πως αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος πρέπει πρώτα να έχεις μέσα σου λίγη ανθρωπιά, να μάθεις να δίνεις το χέρι σε εκείνους που το έχουν ανάγκη, να μάθεις να σκέφτεσαι, να βρίσκεις εναλλακτικές. Μη κοιτάς πόση συμπόνια δείχνουν οι άλλοι σε σένα, αλλά πόση δείχνεις εσύ στους άλλους. Γιατί το μεγαλείο του ανθρώπου φαίνεται όταν μπορεί να βοηθάει, να δίνει το χέρι και να σηκώνει εκείνους που πέφτουν.

«…Όταν ήρθαν να πάρουν τους τσιγγάνους δεν αντέδρασα.
Δεν ήμουν τσιγγάνος.
Όταν ήρθαν να πάρουν τους κομμουνιστές δεν αντέδρασα.
Δεν ήμουν κομμουνιστής.
Όταν ήρθαν να πάρουν τους Εβραίους δεν αντέδρασα.
Δεν ήμουν Εβραίος.
Όταν ήρθαν να πάρουν εμένα δεν είχε απομείνει κανείς για να αντιδράσει…»
Μπέρτολ Μπρεχτ





Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Φωτιά στα ανεκπλήρωτα πάθη.

Το πρωί με πήρε εκείνη τηλέφωνο. Δε ξέρω τι σκατά θέλει από τη ζωή μου πλέον. Ήταν ξεκάθαρη. Ή μήπως όχι; Απρόβλεπτο; Το δίχως άλλο. Δε το περίμενα. Σάστισα. Τα ωραιότερα πράγματα στη ζωή λένε πως έρχονται κατ' αυτό τον τρόπο. Απρόσμενα, αιφνιδιαστικά. Με τέτοιο τρόπο που ακόμα και αν δεν είναι τα ωραιότερα, ο τρόπος και μόνο τα κάνει να φαντάζουν. Μάλλον, αυτό το τελευταίο ισχύει με μένα. Ίσως και όχι; Τη θέλω; Είμαι γοητευμένος. Άλλωστε, ποιος άντρας στην όψη μιας τέτοιας γυναίκας -όσο δυναμικός και να είναι- μπορεί να αντισταθεί; Αναμφίβολα, δε περνά απαρατήρητη. Θαρρείς πως θα μπορούσα να τη σκεφτώ, ή και θα μπορούσα να το έχω ήδη κάνει. Θα μπορούσα ίσως και να την ερωτευτώ. Και δεν είναι τόσο η εμφάνιση της, είναι που όλα θέλει να τα ελέγχει. Είναι αυτή της η επιρροή που εντελώς μυστηριακά καταφέρνει και ασκεί πάνω μου. Έτσι όπως τα γράφω, νιώθω μια αηδία να με συνεπαίρνει και την ανάγκη να καθαρίσω τα σωθικά μου από τούτη την ιδέα που τα χει μπολιάσει. Να κάνω γαργάρα τ

Σ'αγαπώ για αυτά που δε ξέρεις πως είσαι.

Ώρες και ώρες βασάνιζα τον εαυτό μου με τη σκέψη σου. Προσπαθούσα να καταλάβω τι θες επιτέλους. Τι γυρεύεις από τη ζωή μου. Λες και με ένοιαζε. Θαρρείς και ήταν μία ακόμα από εκείνες τις ιστορίες που είχα να λέω, να σκέφτομαι και να αναμοχλεύω, σαν μια τάχα ακόμα εμπειρία, από εκείνες που αφήνουν ανεξίτηλα σημάδια ή και όχι, σαν μια ακόμα αυταπάτη ή ψευδαίσθηση που δημιούργησε τάχα κάποιο βράδυ μία σταγόνα αλκοόλ. Ακόμα και τώρα δε μπορώ αλήθεια να καταλάβω αν πράγματι συνέβη ή αν το φαντάστηκα, αν τάχα το επινόησα με την παιδιάστικη φαντασία μου, αν μοιραστήκαμε το ίδιο όνειρο κάποιο από όλα τα βράδια που κοιτούσαμε το ίδιο φεγγάρι, τον ίδιο ουρανό. Τι σημασία έχει άλλωστε;  Ξέρεις, δε σου κρύβω πως βαθιά μέσα μου φοβάμαι. Φοβάμαι τα συναισθήματά μου. Αν τάχα σε θέλω, αν τάχα σε νοιάζομαι. Φοβάμαι να στο πω. Φοβάμαι μη και νιώθεις έτσι. Φοβάμαι όλα αυτά τα ανείπωτα, τα οποία έχουμε πει τόσες και τόσες φορές. Εκείνα που δε χρειάστηκε ή που χρειάστηκε να πούμε. Και τη συμβατική ζωή

Σιωπές.

Ένιωθε τόσο μόνος εκείνο το μουντό φθινοπωρινό πρωινό. Ξαπλωμένος για ώρες κοίταζε έξω από το παράθυρο και σκεφτόταν. Ανούσιες σκέψεις που αφαιρούσαν κάθε νόημα από το να σηκωθεί από το κρεβάτι. Σκέψεις που του μαύριζαν τη μέρα. Ίσως για να ταιριάζει κάπως με τα χρώματα του ουρανού. Είχε πια μεσημεριάσει για τα καλά, μα ο ουρανός παρέμενε γκρίζος. Το στομάχι του πεινούσε κάπως, μα η αυτότροφη μιζέρια αυτού του πρωινού, δε τον άφηνε να το σκεφτεί. Είχε ήδη χορτάσει υποσχέσεις. Είχε ήδη χορτάσει από λόγια.  Όλες τους πάντα κάτι υπόσχονταν. Μια ιδανική σχέση, μια ονειρική αγάπη, ένα ανεξέλεγκτο πάθος. Όλες τους τον έκαναν να νιώθει μοναδικός-για λίγο. Κι ύστερα όλες τους έμεναν μετεξεταστέες στις πράξεις.  Τι τα θες; Όλοι του το έλεγαν. Μην ακούς τις γυναίκες, απλά κοίταζε τες, αν θες να τις καταλάβεις. Κι ο Όσκαρ του το χε εμπιστευτεί πιο παλιά αυτό το μυστικό. Λες και ήταν μυστικό ζωής, του το χε ψιθυρίσει στ' αυτί συντροφιά με κάποιο πολύτιμο ουίσκι, το οποίο είχαν μοι