Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Rinascimento.

It was the first night  after a long time she slept happy. She had her little pink fluffy bunny in her hug and she was smiling like a kid. She was definetely feeling like she was sixteen. She had purified herself by punishing her enough. But she wasn't emotionally unaware amymore. The belief that she could be hurt, was making her even happier. She could give everything up for a passion. She could change the world for it. She was sure. Because, she knew. 
She was in love? Maybe yes, maybe no. The only truth that could be spoken is that she could love. Yes she could definetely fall in love. She could imagine it, she could dream it, she could feel it... in the glances, the smiles, in all this magical power she had inside her. She was ready to take this step. She was ready to make this new change, to take this chance. Because, she knew. She could feel it clearly. If your dreams don't scare you, they aren't big enough. And whose life worth living without dreaming big? And whose life worth living without love? Without passion? Whose life worth living in a comfort zone? Life's rule if she has one is to dream big, to make dreams with love. To have the power to destroy fictional castles, to live real fairy tales.


I was trying? Maybe yes, Maybe no. She would never find out. I would never find out. The only thing that matters is that she had achieved to feel. She achieved to feel something. Even if she had no idea what that fucking something was. It was definetely a turnaround in her flat and boring emotional plot. A turnaround great enough to bring her the most amazing dream in her sleep last night.
And this is my achievement too. I brought her a hope, I brough her a smile in her lips. And it's the first time I did something for her, it's the first time I did something for me. It's the first time that I achieve to heal somebody's wounds.
It might be selfish, but who says love is not? We heal other creatures, we tame them, just for our deeply need to feel the power. Oh! Come on. Who needs power when he can see her smile? Yes, this is power. Her smile. It is the most selfish thing in the world. Because it can change it. Yes, her smile, only this can change the world. And it doesn't really matter if we do it together or if we are in different places. Now I know. We can all change the world with a smile. We can change the world with love. And this is what I call freedom buddy. Setting her free is setting me free. Because freedom is not about power. Freedom is about love.

Σχόλια

  1. Η αγαπη ειναι αυτο που μενει παντα στο τελος. Οποιος φοβαται την αγαπη, φοβαται τα παντα ΚΑΙ ναι δεν υπαρχει πιο ωραιο συναισθημα απο το να κανεις μια γυναικα να γελαει!

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Φωτιά στα ανεκπλήρωτα πάθη.

Το πρωί με πήρε εκείνη τηλέφωνο. Δε ξέρω τι σκατά θέλει από τη ζωή μου πλέον. Ήταν ξεκάθαρη. Ή μήπως όχι; Απρόβλεπτο; Το δίχως άλλο. Δε το περίμενα. Σάστισα. Τα ωραιότερα πράγματα στη ζωή λένε πως έρχονται κατ' αυτό τον τρόπο. Απρόσμενα, αιφνιδιαστικά. Με τέτοιο τρόπο που ακόμα και αν δεν είναι τα ωραιότερα, ο τρόπος και μόνο τα κάνει να φαντάζουν. Μάλλον, αυτό το τελευταίο ισχύει με μένα. Ίσως και όχι; Τη θέλω; Είμαι γοητευμένος. Άλλωστε, ποιος άντρας στην όψη μιας τέτοιας γυναίκας -όσο δυναμικός και να είναι- μπορεί να αντισταθεί; Αναμφίβολα, δε περνά απαρατήρητη. Θαρρείς πως θα μπορούσα να τη σκεφτώ, ή και θα μπορούσα να το έχω ήδη κάνει. Θα μπορούσα ίσως και να την ερωτευτώ. Και δεν είναι τόσο η εμφάνιση της, είναι που όλα θέλει να τα ελέγχει. Είναι αυτή της η επιρροή που εντελώς μυστηριακά καταφέρνει και ασκεί πάνω μου. Έτσι όπως τα γράφω, νιώθω μια αηδία να με συνεπαίρνει και την ανάγκη να καθαρίσω τα σωθικά μου από τούτη την ιδέα που τα χει μπολιάσει. Να κάνω γαργάρα τ

Σ'αγαπώ για αυτά που δε ξέρεις πως είσαι.

Ώρες και ώρες βασάνιζα τον εαυτό μου με τη σκέψη σου. Προσπαθούσα να καταλάβω τι θες επιτέλους. Τι γυρεύεις από τη ζωή μου. Λες και με ένοιαζε. Θαρρείς και ήταν μία ακόμα από εκείνες τις ιστορίες που είχα να λέω, να σκέφτομαι και να αναμοχλεύω, σαν μια τάχα ακόμα εμπειρία, από εκείνες που αφήνουν ανεξίτηλα σημάδια ή και όχι, σαν μια ακόμα αυταπάτη ή ψευδαίσθηση που δημιούργησε τάχα κάποιο βράδυ μία σταγόνα αλκοόλ. Ακόμα και τώρα δε μπορώ αλήθεια να καταλάβω αν πράγματι συνέβη ή αν το φαντάστηκα, αν τάχα το επινόησα με την παιδιάστικη φαντασία μου, αν μοιραστήκαμε το ίδιο όνειρο κάποιο από όλα τα βράδια που κοιτούσαμε το ίδιο φεγγάρι, τον ίδιο ουρανό. Τι σημασία έχει άλλωστε;  Ξέρεις, δε σου κρύβω πως βαθιά μέσα μου φοβάμαι. Φοβάμαι τα συναισθήματά μου. Αν τάχα σε θέλω, αν τάχα σε νοιάζομαι. Φοβάμαι να στο πω. Φοβάμαι μη και νιώθεις έτσι. Φοβάμαι όλα αυτά τα ανείπωτα, τα οποία έχουμε πει τόσες και τόσες φορές. Εκείνα που δε χρειάστηκε ή που χρειάστηκε να πούμε. Και τη συμβατική ζωή

Σιωπές.

Ένιωθε τόσο μόνος εκείνο το μουντό φθινοπωρινό πρωινό. Ξαπλωμένος για ώρες κοίταζε έξω από το παράθυρο και σκεφτόταν. Ανούσιες σκέψεις που αφαιρούσαν κάθε νόημα από το να σηκωθεί από το κρεβάτι. Σκέψεις που του μαύριζαν τη μέρα. Ίσως για να ταιριάζει κάπως με τα χρώματα του ουρανού. Είχε πια μεσημεριάσει για τα καλά, μα ο ουρανός παρέμενε γκρίζος. Το στομάχι του πεινούσε κάπως, μα η αυτότροφη μιζέρια αυτού του πρωινού, δε τον άφηνε να το σκεφτεί. Είχε ήδη χορτάσει υποσχέσεις. Είχε ήδη χορτάσει από λόγια.  Όλες τους πάντα κάτι υπόσχονταν. Μια ιδανική σχέση, μια ονειρική αγάπη, ένα ανεξέλεγκτο πάθος. Όλες τους τον έκαναν να νιώθει μοναδικός-για λίγο. Κι ύστερα όλες τους έμεναν μετεξεταστέες στις πράξεις.  Τι τα θες; Όλοι του το έλεγαν. Μην ακούς τις γυναίκες, απλά κοίταζε τες, αν θες να τις καταλάβεις. Κι ο Όσκαρ του το χε εμπιστευτεί πιο παλιά αυτό το μυστικό. Λες και ήταν μυστικό ζωής, του το χε ψιθυρίσει στ' αυτί συντροφιά με κάποιο πολύτιμο ουίσκι, το οποίο είχαν μοι